Όλοι οι gamers αγαπάμε τα zombies. Είναι που από μικρά η βιομηχανία μας τα «πλάσαρε» ως το the next big thing; Είναι που επαναπαυόμαστε στην ιδέα πως κάτι τέτοιο είναι απίθανο να συμβεί και το διασκεδάζουμε; Το μόνο σίγουρο είναι πως όλοι έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας μια κρυψώνα στη γειτονία, αν όχι στο ίδιο μας το σπίτι, ενώ σίγουρα έχουμε σκεφτεί ποιο καθημερινό αντικείμενο θα κατάφερνε να εξουδετερώσει τους απέθαντους «φίλους» μας σε περίπτωση… ανάγκης. Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερες ταινίες και βιντεοπαιχνίδια εμφανίζονται και μας παρουσιάζουν πως κάποια στιγμή θα έρθει το τέλος του κόσμου και οι άνθρωποι θα μεταμορφωθούν σε αργοκίνητα, ανθρωποφάγα όντα που ο μοναδικός τους σκοπός είναι να τρώνε.
Κανείς, όμως, δεν κατάφερε να το παρουσιάσει όπως ο Frank Darabont με τη σειρά The Walking Dead. Τροποποιώντας αρκετά το σενάριο που έγραψε ο Robert Kirkman για το ομώνυμο comic, κατάφερε να καθηλώσει ολόκληρο τον πλανήτη με τις περιπέτειες μιας ομάδας επιζώντων. Από τον πρώτο κιόλας κύκλο, η σειρά δημιούργησε ένα φανατικό κοινό που αγόραζε ό,τι έγραφε The Walking Dead πάνω. Και η ιδέα δεν άργησε να πέσει στο τραπέζι. Τι καλύτερο από το να δώσουμε στο κοινό την ευκαιρία να ζήσει λίγο από αυτόν τον post-apocalyptic κόσμο και να δει μια άλλη πλευρά της ιστορίας; Και εγένετο The Walking Dead: Survival Instinct. Η Activision, λοιπόν, αγοράζει τα δικαιώματα και αναθέτει στην Terminal Reality τη δημιουργία του τίτλου. Με τόσο κόσμο να «διψάει» για το παιχνίδι, οι προσδοκίες μεγαλώνουν. Φτάνει, μόνο, η ομάδα ανάπτυξης να καταφέρει να τις καλύψει…
Το Survival Instinct μας μεταφέρει πριν τα γεγονότα που παρακολουθήσαμε στην τηλεοπτική σειρά, εξιστορώντας μας τις περιπέτειες των αδερφών Dixon, του… «παλαβού» Merle και του αγαπημένου μας Daryl. Έτσι, λοιπόν, θα ζήσουμε, μπαίνοντας στο ρόλο του Daryl, το τι ακριβώς τους οδήγησε στην Atlanta, όπου συνάντησαν το υπόλοιπο group επιζώντων που γνωρίσαμε στη σειρά. Θα περιπλανηθούμε σε πόλεις και περίχωρα με μοναδικό σκοπό την επιβίωση, συλλέγοντας τρόφιμα, σφαίρες και βενζίνη για το αυτοκίνητό μας, αναζητώντας λόγους για να παραμείνουμε ζωντανοί. Στο «ταξίδι» μας αυτό θα συναντήσουμε αρκετούς επιζώντες που ζητούν τη βοήθειά μας, είτε να τους παραδώσουμε κάποιο αντικείμενο -όπως τροφή ή φάρμακα- είτε να τους σώσουμε από τους «απέθαντους». Η Terminal Reality έχει δημιουργήσει ένα πολύ ενδιαφέρον σύστημα για τους επιζώντες, καθώς μπορούν να ταξιδέψουν μαζί μας, αν φυσικά εμείς το επιθυμούμε. Επιπροσθέτως, υπάρχει η επιλογή να τους στείλουμε να μαζέψουν πρώτες ύλες, με κίνδυνο της ζωή τους.
Όσο καλό και αν ακούγεται, δυστυχώς το αποτέλεσμα είναι παντελώς αδιάφορο, καθώς οι επιζώντες δε μας ακολουθούν κατά τη διάρκεια των αποστολών, δεν τους βλέπουμε πουθενά, ενώ όταν αποφασίσουμε να διώξουμε κάποιον -λόγω λίγων θέσεων στο αυτοκίνητο- απλά αποχωρεί χωρίς… «να ανοίξει ρουθούνι». Θα μπορούσε για παράδειγμα να μοιάζει με το αντίστοιχο σύστημα στα Dead Rising, αλλά δυστυχώς δεν έχει να προσφέρει τίποτα. Όσον αφορά το χώρο στο αυτοκίνητο που προαναφέρθηκε, σε κάθε αποστολή υπάρχουν κρυμμένα κλειδιά για ένα όχημα. Ανάλογα με τον τύπο του αυτοκινήτου -SUV, Sedan ή Truck- υπάρχουν και οι αντίστοιχες θέσεις και η αντίστοιχη κατανάλωση καυσίμων. Έτσι, θα πρέπει να επιλέξουμε πολύ προσεκτικά το επόμενο μέσο μεταφοράς μας για να μη βρεθούμε προ εκπλήξεων.
Τι μπορεί να συμβεί; Να ξεμείνουμε από βενζίνη στη μέση του πουθενά και να αναγκαστούμε να ψάξουμε στις γύρω περιοχές για ξεχασμένα μπιτόνια. Πρόκειται για ακόμα ένα πανέξυπνο σύστημα που ενσωμάτωσε η ομάδα ανάπτυξης του παιχνιδιού, το οποίο όμως -και πάλι- δε λειτουργεί σωστά. Οι περιοχές που θα «ξεμείνουμε» μοιάζουν πάρα πολύ μεταξύ τους, ενώ μετά τις δύο πρώτες ώρες ενασχόλησής μας με τον τίτλο θα παρατηρήσουμε πως επαναλαμβάνονται.
Κανείς, όμως, δεν κατάφερε να το παρουσιάσει όπως ο Frank Darabont με τη σειρά The Walking Dead. Τροποποιώντας αρκετά το σενάριο που έγραψε ο Robert Kirkman για το ομώνυμο comic, κατάφερε να καθηλώσει ολόκληρο τον πλανήτη με τις περιπέτειες μιας ομάδας επιζώντων. Από τον πρώτο κιόλας κύκλο, η σειρά δημιούργησε ένα φανατικό κοινό που αγόραζε ό,τι έγραφε The Walking Dead πάνω. Και η ιδέα δεν άργησε να πέσει στο τραπέζι. Τι καλύτερο από το να δώσουμε στο κοινό την ευκαιρία να ζήσει λίγο από αυτόν τον post-apocalyptic κόσμο και να δει μια άλλη πλευρά της ιστορίας; Και εγένετο The Walking Dead: Survival Instinct. Η Activision, λοιπόν, αγοράζει τα δικαιώματα και αναθέτει στην Terminal Reality τη δημιουργία του τίτλου. Με τόσο κόσμο να «διψάει» για το παιχνίδι, οι προσδοκίες μεγαλώνουν. Φτάνει, μόνο, η ομάδα ανάπτυξης να καταφέρει να τις καλύψει…
Το Survival Instinct μας μεταφέρει πριν τα γεγονότα που παρακολουθήσαμε στην τηλεοπτική σειρά, εξιστορώντας μας τις περιπέτειες των αδερφών Dixon, του… «παλαβού» Merle και του αγαπημένου μας Daryl. Έτσι, λοιπόν, θα ζήσουμε, μπαίνοντας στο ρόλο του Daryl, το τι ακριβώς τους οδήγησε στην Atlanta, όπου συνάντησαν το υπόλοιπο group επιζώντων που γνωρίσαμε στη σειρά. Θα περιπλανηθούμε σε πόλεις και περίχωρα με μοναδικό σκοπό την επιβίωση, συλλέγοντας τρόφιμα, σφαίρες και βενζίνη για το αυτοκίνητό μας, αναζητώντας λόγους για να παραμείνουμε ζωντανοί. Στο «ταξίδι» μας αυτό θα συναντήσουμε αρκετούς επιζώντες που ζητούν τη βοήθειά μας, είτε να τους παραδώσουμε κάποιο αντικείμενο -όπως τροφή ή φάρμακα- είτε να τους σώσουμε από τους «απέθαντους». Η Terminal Reality έχει δημιουργήσει ένα πολύ ενδιαφέρον σύστημα για τους επιζώντες, καθώς μπορούν να ταξιδέψουν μαζί μας, αν φυσικά εμείς το επιθυμούμε. Επιπροσθέτως, υπάρχει η επιλογή να τους στείλουμε να μαζέψουν πρώτες ύλες, με κίνδυνο της ζωή τους.
Όσο καλό και αν ακούγεται, δυστυχώς το αποτέλεσμα είναι παντελώς αδιάφορο, καθώς οι επιζώντες δε μας ακολουθούν κατά τη διάρκεια των αποστολών, δεν τους βλέπουμε πουθενά, ενώ όταν αποφασίσουμε να διώξουμε κάποιον -λόγω λίγων θέσεων στο αυτοκίνητο- απλά αποχωρεί χωρίς… «να ανοίξει ρουθούνι». Θα μπορούσε για παράδειγμα να μοιάζει με το αντίστοιχο σύστημα στα Dead Rising, αλλά δυστυχώς δεν έχει να προσφέρει τίποτα. Όσον αφορά το χώρο στο αυτοκίνητο που προαναφέρθηκε, σε κάθε αποστολή υπάρχουν κρυμμένα κλειδιά για ένα όχημα. Ανάλογα με τον τύπο του αυτοκινήτου -SUV, Sedan ή Truck- υπάρχουν και οι αντίστοιχες θέσεις και η αντίστοιχη κατανάλωση καυσίμων. Έτσι, θα πρέπει να επιλέξουμε πολύ προσεκτικά το επόμενο μέσο μεταφοράς μας για να μη βρεθούμε προ εκπλήξεων.
Τι μπορεί να συμβεί; Να ξεμείνουμε από βενζίνη στη μέση του πουθενά και να αναγκαστούμε να ψάξουμε στις γύρω περιοχές για ξεχασμένα μπιτόνια. Πρόκειται για ακόμα ένα πανέξυπνο σύστημα που ενσωμάτωσε η ομάδα ανάπτυξης του παιχνιδιού, το οποίο όμως -και πάλι- δε λειτουργεί σωστά. Οι περιοχές που θα «ξεμείνουμε» μοιάζουν πάρα πολύ μεταξύ τους, ενώ μετά τις δύο πρώτες ώρες ενασχόλησής μας με τον τίτλο θα παρατηρήσουμε πως επαναλαμβάνονται.
Ακόμα μια πολύ καλή ιδέα των δημιουργών είναι οι διαδρομές που καλούμαστε να πραγματοποιήσουμε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας. Μπορεί να μην έχουμε τον έλεγχο του αυτοκινήτου σε καμία στιγμή στο παιχνίδι, αλλά οι αποφάσεις που καλούμαστε να πάρουμε για τη διαδρομή είναι κρίσιμες. Και εξηγούμε: πριν κάθε ταξίδι μάς δίνονται τρεις επιλογές. Η πρώτη μάς εγγυάται πως το αυτοκίνητο δε θα χαλάσει και θα έχουμε την ευκαιρία να βρούμε προμήθειες αλλά θα καταναλώσουμε πολύ βενζίνη, στην τρίτη είναι πολύ πιθανό να χαλάσει το όχημά μας αλλά θα κάνουμε οικονομία στα καύσιμα και δε θα συλλέξουμε προμήθειες, ενώ η δεύτερη αφήνει όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, καταναλώνοντας βενζίνη σε κανονικούς ρυθμούς. Αν τυχόν χαλάσει το αυτοκίνητο, μεταφερόμαστε σε μια περιοχή με σκοπό να ψάξουμε για το κατάλληλο ανταλλακτικό, όπως ακριβώς όταν τελειώνουν τα καύσιμα. Μάλιστα και εδώ οι περιοχές είναι οι ίδιες, προσθέτοντας ακόμα ένα αρνητικό στοιχείο στα «πλην» του παιχνιδιού.
Σε κάθε πόλη που σταματάμε ο αριθμός των «περπατητών» είναι… ατελείωτος. Δυστυχώς, η Terminal Reality δεν πρόσεξε καθόλου το σύστημα respawn, με αποτέλεσμα οι περιοχές που μόλις καθαρίσαμε να ξαναγεμίζουν από το πουθενά με απέθαντους. Επίσης, δεν είναι λίγες οι φορές που ξαφνικά μας γραπώνει ένα ζόμπι από πίσω, ενώ ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν δεν υπήρχε τίποτα εκεί ή το ίδιο μπορεί να συμβεί ακόμα και να είμαστε κολλημένοι με την πλάτη στον τοίχο. Καλό θα ήταν να αναφερθεί πως η τεχνητή νοημοσύνη είναι από τις χειρότερες που έχουμε συναντήσει τα τελευταία χρόνια. Ναι, το ξέρουμε πως οι «περπατητές» δεν κερδίζουν βραβείο εξυπνάδας, αλλά είναι περίεργο να μην αντιδρούν καθόλου στο φως του φακού ή όταν απλά περνάμε ακριβώς από δίπλα τους αθόρυβα. Το κερασάκι στην τούρτα είναι οι στιγμές, οι οποίες είναι και πολύ συχνές, που θα δούμε κάποιον να περπατά κολλημένος στον τοίχο, αδιαφορώντας… για τα πάντα, ενώ τα bugs όπου τα ζόμπι κολλάνε σε πόρτες και οχήματα αλλά συνεχίζουν να βαδίζουν δίνουν και παίρνουν.
Οι τρόποι να εξοντώσουμε τα ζόμπι είναι πολλοί και μάλιστα σε κάθε περίπτωση μπορούμε να τα προσπεράσουμε τρέχοντας, χωρίς να χρειαστεί να σκοτώσουμε κανένα. Μας δίνεται η ευκαιρία να τα ξεγελάσουμε πετώντας μπουκάλια ή πυρσούς προκειμένου να κατευθυνθούν προς τα εκεί, ενώ οι συναγερμοί των παρκαρισμένων αυτοκινήτων θα γίνουν οι καλύτεροί μας φίλοι. Ακόμα, μπορούμε απλά να ανεβούμε στην οροφή ενός οχήματος και να τα «μαζέψουμε» γύρω μας, με σκοπό να αδειάσουν οι διπλανοί δρόμοι και τα μαγαζιά. Αλλιώς, επιλέγουμε ανάμεσα σε καραμπίνες, πιστόλια, αυτόματα και ημι-αυτόματα όπλα για να… κάνουμε αισθητή την παρουσία μας ή το αγαπημένο crossbow του Daryl, μαχαίρια, τσεκούρια και σφυριά για πιο… αθόρυβες «δουλειές». Στον τεχνικό τομέα τα πράγματα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Το όλο σκηνικό θυμίζει Medal of Honor: Pacific Assault στο PlayStation 2 και όχι παιχνίδι του 2013.
Χαμηλής ανάλυσης περιβάλλον, κακοσχεδιασμένοι χαρακτήρες, τετραγωνισμένα textures είναι μόνο μερικά από τα αρνητικά στοιχεία που «κατάφερε» η ομάδα ανάπτυξης να δημιουργήσει. Τα -μουντής απόχρωσης- κτήρια και οι πόλεις μοιάζουν τόσο πολύ μεταξύ τους που ολόκληρο το παιχνίδι φαντάζει μια συνεχόμενη επανάληψη. Όσο για τα ζόμπι; Ελάχιστα σχέδια με πολύ κακή υλοποίηση. Και φυσικά, ούτε το ηχητικό μέρος το Survival Instinct καταφέρνει να αφήσει θετικές εντυπώσεις. Οι «περπατητές» ακούγονται το ίδιο είτε βρίσκονται ακριβώς πίσω μας είτε είκοσι μέτρα μακριά. Όταν, μάλιστα, βρεθούμε σε κλειστό χώρο η αίσθηση που λαμβάνουμε είναι πως πρόκειται να εισέλθουμε σε δωμάτιο γεμάτο από ζόμπι, ενώ στην πραγματικότητα υπάρχουν μόνο δύο. Το μόνο θετικό είναι πως οι ηθοποιοί της τηλεοπτικής σειράς που παίζουν τα αδέρφια Dixons δίνουν τη φωνή τους και στους δύο χαρακτήρες του παιχνιδιού.
Από όπου και να το πιάσει κανείς, το The Walking Dead: Survival Instinct μυρίζει προχειροδουλειά και «αρπαχτή». Ενώ υπάρχουν πολλές καλές ιδέες που αν είχαν υλοποιηθεί σωστά θα μιλάγαμε για τον καλύτερο τίτλο με θεματολογία τα ζόμπι των τελευταίων ετών, αυτή τη στιγμή μιλάμε για ένα από τα χειρότερα retail παιχνίδια της τωρινής γενιάς συστημάτων οικιακής ψυχαγωγίας. Τραγικό gameplay, ελάχιστες διαφορές στο περιβάλλον, μηδενικό σενάριο και φυσικά γραφικά… πενταετίας, συνθέτουν ένα «παιχνίδι» το οποίο θα κουράσει ακόμα και τους μεγαλύτερους fans του The Walking Dead.
Σε κάθε πόλη που σταματάμε ο αριθμός των «περπατητών» είναι… ατελείωτος. Δυστυχώς, η Terminal Reality δεν πρόσεξε καθόλου το σύστημα respawn, με αποτέλεσμα οι περιοχές που μόλις καθαρίσαμε να ξαναγεμίζουν από το πουθενά με απέθαντους. Επίσης, δεν είναι λίγες οι φορές που ξαφνικά μας γραπώνει ένα ζόμπι από πίσω, ενώ ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν δεν υπήρχε τίποτα εκεί ή το ίδιο μπορεί να συμβεί ακόμα και να είμαστε κολλημένοι με την πλάτη στον τοίχο. Καλό θα ήταν να αναφερθεί πως η τεχνητή νοημοσύνη είναι από τις χειρότερες που έχουμε συναντήσει τα τελευταία χρόνια. Ναι, το ξέρουμε πως οι «περπατητές» δεν κερδίζουν βραβείο εξυπνάδας, αλλά είναι περίεργο να μην αντιδρούν καθόλου στο φως του φακού ή όταν απλά περνάμε ακριβώς από δίπλα τους αθόρυβα. Το κερασάκι στην τούρτα είναι οι στιγμές, οι οποίες είναι και πολύ συχνές, που θα δούμε κάποιον να περπατά κολλημένος στον τοίχο, αδιαφορώντας… για τα πάντα, ενώ τα bugs όπου τα ζόμπι κολλάνε σε πόρτες και οχήματα αλλά συνεχίζουν να βαδίζουν δίνουν και παίρνουν.
Οι τρόποι να εξοντώσουμε τα ζόμπι είναι πολλοί και μάλιστα σε κάθε περίπτωση μπορούμε να τα προσπεράσουμε τρέχοντας, χωρίς να χρειαστεί να σκοτώσουμε κανένα. Μας δίνεται η ευκαιρία να τα ξεγελάσουμε πετώντας μπουκάλια ή πυρσούς προκειμένου να κατευθυνθούν προς τα εκεί, ενώ οι συναγερμοί των παρκαρισμένων αυτοκινήτων θα γίνουν οι καλύτεροί μας φίλοι. Ακόμα, μπορούμε απλά να ανεβούμε στην οροφή ενός οχήματος και να τα «μαζέψουμε» γύρω μας, με σκοπό να αδειάσουν οι διπλανοί δρόμοι και τα μαγαζιά. Αλλιώς, επιλέγουμε ανάμεσα σε καραμπίνες, πιστόλια, αυτόματα και ημι-αυτόματα όπλα για να… κάνουμε αισθητή την παρουσία μας ή το αγαπημένο crossbow του Daryl, μαχαίρια, τσεκούρια και σφυριά για πιο… αθόρυβες «δουλειές». Στον τεχνικό τομέα τα πράγματα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Το όλο σκηνικό θυμίζει Medal of Honor: Pacific Assault στο PlayStation 2 και όχι παιχνίδι του 2013.
Χαμηλής ανάλυσης περιβάλλον, κακοσχεδιασμένοι χαρακτήρες, τετραγωνισμένα textures είναι μόνο μερικά από τα αρνητικά στοιχεία που «κατάφερε» η ομάδα ανάπτυξης να δημιουργήσει. Τα -μουντής απόχρωσης- κτήρια και οι πόλεις μοιάζουν τόσο πολύ μεταξύ τους που ολόκληρο το παιχνίδι φαντάζει μια συνεχόμενη επανάληψη. Όσο για τα ζόμπι; Ελάχιστα σχέδια με πολύ κακή υλοποίηση. Και φυσικά, ούτε το ηχητικό μέρος το Survival Instinct καταφέρνει να αφήσει θετικές εντυπώσεις. Οι «περπατητές» ακούγονται το ίδιο είτε βρίσκονται ακριβώς πίσω μας είτε είκοσι μέτρα μακριά. Όταν, μάλιστα, βρεθούμε σε κλειστό χώρο η αίσθηση που λαμβάνουμε είναι πως πρόκειται να εισέλθουμε σε δωμάτιο γεμάτο από ζόμπι, ενώ στην πραγματικότητα υπάρχουν μόνο δύο. Το μόνο θετικό είναι πως οι ηθοποιοί της τηλεοπτικής σειράς που παίζουν τα αδέρφια Dixons δίνουν τη φωνή τους και στους δύο χαρακτήρες του παιχνιδιού.
Από όπου και να το πιάσει κανείς, το The Walking Dead: Survival Instinct μυρίζει προχειροδουλειά και «αρπαχτή». Ενώ υπάρχουν πολλές καλές ιδέες που αν είχαν υλοποιηθεί σωστά θα μιλάγαμε για τον καλύτερο τίτλο με θεματολογία τα ζόμπι των τελευταίων ετών, αυτή τη στιγμή μιλάμε για ένα από τα χειρότερα retail παιχνίδια της τωρινής γενιάς συστημάτων οικιακής ψυχαγωγίας. Τραγικό gameplay, ελάχιστες διαφορές στο περιβάλλον, μηδενικό σενάριο και φυσικά γραφικά… πενταετίας, συνθέτουν ένα «παιχνίδι» το οποίο θα κουράσει ακόμα και τους μεγαλύτερους fans του The Walking Dead.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου