Όταν πριν κάμποσο καιρό η Capcom αποκάλυψε το νέο και πλήρως ανανεωμένο Dante, το gaming σύμπαν βρόντηξε και σείστηκε. Fans πραγματοποιούσαν ψηφιακά harakiri, νιώθοντας προδομένοι από μία Capcom που βλέποντας ένα από τα σημαντικότερα franchises της να χωλαίνει, απλά αποφάσισε να του δώσει νέα πνοή και χαρακτήρα. Εργολάβος στο δύσκολο αυτό έργο η Ninja Theory, άκρως αγαπημένο studio, γνωστό από τίτλους όπως το PlayStation 3 exclusive Heavenly Sword, καθώς και το μαγευτικό Enslaved: Odyssey to the West, που δυστυχώς πούλησε πολύ λιγότερο απ' όσο του άξιζε. Οι ανήσυχες κακολογίες συνεχίστηκαν από πλευράς πάλαι πότε fans για αρκετό καιρό, με παραλήπτες τόσο τη μαμά Capcom όσο και την Ninja Theory, που “τόλμησε” να μαγαρίσει τον Mr. Awesome Dante.
Καθώς trailers έκαναν την εμφάνιση τους, οι φωνές ξεκίνησαν να μετατρέπονται σε μουρμούρα. Όταν τα πρώτα δείγματα gameplay έγιναν διαθέσιμα, η μουρμούρα μετατράπηκε σε δειλό ενθουσιασμό. Σιγά σιγά οι ξεροκέφαλοι φίλοι του παλιού Dante σταμάτησαν το σκύλιασμα τους και για πρώτη φορά άκουσαν και είδαν αυτά που η Ninja Theory είχε να τους πει και να δείξει. Ακόμα και σήμερα, θα βρεθεί αυτός που θα πει πως το DmC: Devil May Cry δεν είναι τίποτα παραπάνω από μία ξεδιάντροπη χρήση του ονόματος της σειράς, πάντα στο βωμό των πωλήσεων. Αν και κανείς δε του στερεί το δικαίωμα να πει κάτι τέτοιο, η άποψη του θα είναι απόλυτα και ακραία λανθασμένη. Κι αυτό γιατί ο νέος Dante είναι ένας καλύτερος Dante. Ω ναι, τολμήσαμε να το ξεστομίσουμε. Το γελοίο της υπόθεσης είναι ότι εμείς το λέγαμε από το πρώτο ακόμα teaser trailer, αλλά κανείς δεν άκουγε. Τώρα που το review είναι εδώ, καθίστε αναπαυτικά, και ανακαλύψτε τους λόγους για τους οποίους το νέο DmC είναι άξιος διάδοχος και συνεχιστής της λατρεμένης αυτής σειράς. Η Ninja Theory δεν ανέλαβε μόνο να αλλάξει την όψη του Dante, αλλά να επαναπροσδιορίσει το όλο σύμπαν του Devil May Cry, να παρουσιάσει διαφορετικά γεγονότα και καταστάσεις. Πράγμα ευχάριστο, αφού όχι μόνο έφερε νέα πνοή σε μία ήδη γνωστή ιστορία, αλλά το έκανε με τρόπο κινηματογραφικό, όπως μόνο το studio από το Cambridge ξέρει.
Η ανθρωπότητα περνάει την καθημερινότητα της έχοντας δαίμονες να ζουν κάτω από τη μύτη της, μιας και ο κόσμος των θνητών εντοπίζεται στο ίδιο ιδεατό φάσμα με αυτόν των δαιμόνων. Το μόνο που τους χωρίζει είναι ένα λεπτό πέπλο, κάνοντας τους ανθρώπους μη ικανούς να αντιληφθούν το παραμικρό. Όντας ουσιαστικά υπόδουλοι, ζουν την καθημερινότητα τους στην Limbo City καθοδηγούμενοι από τον Mundus και τα υποχείρια του, όπως τον Bob Barbas και το ειδησεογραφικό δίκτυο του Raptor News. Το πιο διάσημο αναψυκτικό στον πλανήτη, το Virility, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα δαιμονικό μίασμα που “λοβοτομεί” το κοινό και το κρατά πειθήνιο. Σας ακούγεται υπερβολικό; Κι όμως, οι ομοιότητες με το δικό μας κόσμο είναι τρομακτικά ρεαλιστικές. Το Raptor News είναι μία ξεκάθαρη “μπηχτή” προς το Fox News, μιας και ο Bob Barbas θα μπορούσε εύκολα να λέγεται Bill O' Reilly, ενώ το ίδιο ισχύει και για το αναψυκτικό Virility, μιας και όπως τοRed Bull, παρουσιάζεται ως αναζωογονητικό, καλό για την υγεία ή ακόμα και τη λίμπιντο, τη στιγμή που δεν είναι τίποτα παραπάνω από τενεκεδένιος θάνατος. Ακόμα και αναφορές στην οικονομία γίνονται, παρουσιάζοντας μία αντίστοιχη με τη δική μας παγκόσμια κατάσταση, μιας εντελώς “φτιαχτής” κρίσης, προερχόμενης από την ανάγκη για υποδούλωση κι έλεγχο. Ίδια φάση με τη δική μας δηλαδή, μόνο που όπου τραπεζίτες βάλτε δαίμονες.
Έχουμε ένα πολύ πιο σύγχρονο storyline με άλλα λόγια, που εστιάζει λιγότερο στην κόλαση αυτή καθαυτή και περισσότερο στην επιρροή αυτής στο δικό μας φάσμα, αυτό των ανθρώπων. Και κάπου εδώ μπαίνει στην ιστορία μας ο Dante, ένας αναίσχυντος πιτσιρικάς που δε θυμάται το παρελθόν του, μιας και οι αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας έχουν διαγραφεί για το δικό του καλό. Τα πράγματα κλιμακώνονται σχετικά γρήγορα, μιας και απ' ότι φαίνεται κάθε δαίμονας έχει στο στόχαστρο του τον γιο του Sparda, τον τελευταίο Nephilim σε ύπαρξη. Nephilim για όσους δεν γνωρίζουν είναι η τρίτη φυλή, το παράγωγο της ένωσης Δαίμονα κι Αγγέλου. Ο φίλος μας ο Dante και ο αδερφός του Virgil είναι απόγονοι του Sparda και της Eva, κάτι που τους κάνει ιδιαίτερα επικινδύνους στα μάτια του Mundus, άρχοντα της πύλης της κολάσεως.
Δε θα μπούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, μιας και δε θέλαμε να σας στερήσουμε τη χαρά του να ανακαλύψετε ορισμένα πράγματα μόνοι σας, οπότε απλά θα αρκεστούμε στο εξής λέγοντας ότι είναι στο χέρι της Kat, μιας μυστηριώδους νεαρής μέντιουμ, που αναλαμβάνει να διαφωτίσει τον Dante σχετικά με το τι συμβαίνει στον κόσμο, να τον φέρει σε επαφή με τον χαμένο αδελφό του Virgil. Με την ανακάλυψη ότι ο Dante περπατά στους δρόμους της Limbo City, κάθε λιτός και δεμένος δαίμονας βάλλεται να τον καταστρέψει. Κάθε μικρό χάος που αφήνει πίσω του ο Dante καθώς πολεμά στην Limbo, μεταφράζεται στον πραγματικό κόσμο σε “τρομοκρατική επίθεση”, σε ένα έξυπνο κουκούλωμα της δραστηριότητας των δαιμόνων από ποιον άλλον, μα φυσικά τον Bob Barbas, δημοσιογράφου πιστού στο έργο του Θεού. Παρόμοια κλιμάκωση συναντάμε και στο gameplay, το οποίο άλλωστε είναι και το ζουμί της υπόθεσης.
Ενώ ξεκινάμε με το πιστό Rebellion και τα Ebony και Ivory ανά χείρας, συνεχώς ερχόμαστε σε επαφή με νέο, όλο και πιο ισχυρό οπλισμό, έτσι ώστε το σύστημα μάχης να παραμένει μεταβαλλόμενο και συνεχώς εξελισσόμενο. Κάθε όπλο έχει το δικό του πλήκτρο, με τα μεταγενέστερα να απαιτούν τη χρήση της δεξιάς και αριστερής σκανδάλης για να μπουν σε εφαρμογή. Ακούγεται απλό, και στην ουσία είναι. Μέσα σε λίγα λεπτά μπορεί κάποιος να έχει καταλάβει τα βασικά του συστήματος, δίχως να σημαίνει αυτό πως μπορεί να το καβαλήσει κιόλας. Τα δημιουργικά combos απαιτούν και δημιουργική σκέψη -πέρα από γρήγορα αντανακλαστικά-, μιας και το σύστημα μάχης είναι τόσο προσβάσιμο όσο και απαιτητικό. Η δυσκολία (τουλάχιστον μέχρι το Nephilim/Hard) σε καμία περίπτωση δεν αγγίζει τα επίπεδα των τίτλων του PlayStation 2, μα αυτό όλως περιέργως δεν αποτελεί μειονέκτημα. Κάνοντας το gameplay πιο οργανικό μειώθηκε μεν η δυσκολία παντρέματος πολλαπλών combos, αλλά αυξήθηκε κατά κόρον το παράγωγο της διασκέδασης. Θα τολμήσουμε να πούμε πως το DmC βρίσκεται εκεί ψηλά, ένα σκαλί πιο κάτω από το Bayonetta, όσον αφορά την παρεχόμενη διασκέδαση κατά τις μάχες. Εκεί βέβαια είχαμε να κάνουμε με ένα αρκετά πιο πολύπλοκο σύστημα, αλλά τα επίπεδα ευχαρίστησης που παρείχε ήταν ανεπανάληπτα. Ειδικά από το σημείο που ο Dante αποκτά ένα αρκετά εκτενές οπλοστάσιο κι έπειτα, τα πράγματα αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού είναι στην κρίση του παίκτη πλέον το πως θα συνδυάσει τα όπλα του για να επιβιώσει τις ποικίλες προκλήσεις που συναντά.
Προσωπικά αγαπημένα το Rebellion (προφανώς), τα σβέλτα Aquila (αγγελικό ζευγάρι τριπλών λεπίδων), καθώς και οι δαιμονικές γροθιές Eryx, που θυμίζουν ελάχιστα το Devil Bringer του Nero. Το να φτάσει κανείς τον SSS (Sensational) βαθμό δεν είναι ούτε εύκολο αλλά ούτε και τρομερά δύσκολο. Απαιτεί καθαρά έξυπνο συνδυασμό του οπλοστασίου, ροή στη μάχη ώστε να μη διακόπτονται τα combos, και το κυριότερο, μηδενική επαφή με τις λεπίδες των εχθρών. Πέρα από το παραδοσιακό roll αποφυγής, ο Dante έχει την ικανότητα να πραγματοποιεί δαιμονικά και αγγελικά evades, αποφεύγοντας έτσι τα χτυπήματα τη τελευταία δυνατή στιγμή. Αυτό του κερδίζει επιπλέον πόντους και φυσικά μεγαλύτερο περιθώριο αντεπίθεσης. Η αγγελική και η δαιμονική πλευρά του Dante παίζουν κυρίαρχο ρόλο σε όλο το παιχνίδι, από το σύστημα μάχης που προαναφέρθηκε, μιας και τα όπλα χωρίζονται σε αγγελικά και δαιμονικά, μέχρι και το platforming στοιχείο. Μέσω του Ophion, ο Dante μπορεί να φτάσει σημεία που ειδάλλως θα ήταν μη προσβάσιμα. Στην αγγελική του μορφή αποτελεί ένα τύπο λάσου, που δίνει στον ήρωα μας την ικανότητα να καλύπτει τεράστια κενά από πλατφόρμα σε πλατφόρμα. Στη δαιμονική εκδοχή του πάλι, χρησιμοποιείται ως άγκιστρο, ικανό να μετακινήσει πλατφόρμες. Μεγάλο διάκενο μεταξύ δύο κτηρίων. Κανένα πρόβλημα. Ξεριζώστε ένα γειτονικό μπαλκόνι και είστε έτοιμοι.
Να αναφέρουμε εδώ πως οι γρίφοι έχουν δώσει σχεδόν ολοκληρωτικά τη θέση τους στα platforming τμήματα, τεστάροντας έτσι περισσότερο τα γρήγορα αντανακλαστικά του παίκτη παρά τη νοημοσύνη του. Μονάχα στο τέλος θα συναντήσουμε έναν απλούστατο γρίφο, που δε θέλει παραπάνω από ορισμένα δευτερόλεπτα για να κατανοήσουμε. Σε ορισμένους θα ακουστεί ως τεράστιο μειονέκτημα αυτό, και ίσως είναι. Από την άλλη, με αυτό το τρόπο το παιχνίδι διατηρεί το ρυθμό του αμείωτο, από την πρώτη αποστολή μέχρι και την 20ή, δίχως να κουράζει ούτε για δευτερόλεπτο. Μοναδικό πικρό σημείο το γεγονός ότι πολλές φορές το platforming φαντάζει περισσότερο απαιτητικό απ' ότι είναι. Μας δόθηκε η εντύπωση ότι η Ninja Theory συγκρατήθηκε στη δυσκολία των τμημάτων αυτών, ώστε να κάνει το τίτλο προσβάσιμο και στους πιο casual παίκτες.
Εκεί που δε συγκρατήθηκε ούτε κατά διάνοια όμως, είναι στο σχεδιασμό του περιβάλλοντος. Όχι μόνο από καλλιτεχνικής άποψης, μιας και ούτως ή άλλως αυτή είναι εξαίσια, αλλά από διαδραστικής. Πατώντας στο ίδιο έδαφος με το Limbo, η πόλη αποτελεί έναν συνεχώς μεταβαλλόμενο εχθρό, συνεχώς προσπαθώντας να βάλει τέλος στη ζωή του Dante. Τοίχοισυγκλίνουν, κτήρια και δίοδοι καταστρέφονται, ακόμα και το πάτωμα μπορεί να μας προδώσει κατά καιρούς. Ενώ θα μπορούσε να είχε λειτουργήσει καταστροφικά για το τίτλο, εδώ συμβαίνει το άκρως αντίθετο, αφού παύουμε να αντιμετωπίζουμε τον κόσμο γύρω από τον Dante ως ένα απλό στολίδι της Unreal Engine. Και τι στολίδι... Οι αρτιστικές διαθέσεις της Ninja Theory είναι γνωστές σε όσους έχουν παίξει έστω και για λίγο τα Heavenly Sword και Enslaved. Σε έναν παράδοξο γάμο, οι διαθέσεις αυτές έρχονται και δένουν άψογα με το δαιμονικό στοιχείο του Devil May Cry, από το σχεδιασμό των χαρακτήρων (συμπεριλαμβανομένων των εχθρών) μέχρι το ύφος της πόλης και το προαύλιο της κολάσεως. Η χιλιοχρησιμοποιημένη Unreal Engine μετατρέπεται σε ένα δυνατό χαρτί στα χέρια του βρετανικού studio, που μας είχε δείξει τι μπορεί να κάνει με τη συγκεκριμένη μηχανή από το Enslaved ακόμα. Εδώ οι τόνοι είναι εμφανώς σκοτεινότεροι μεν, εξίσου δελεαστικοί στο μάτι δε.
Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για τη μουσική ενορχήστρωση, την οποία υπογράφουν οι Noisia. Δε σας κρύβουμε πως η απόφαση του να μην δοθεί η ευθύνη του soundtrack σε κάποιον με εμπειρία πάνω στη σειρά (λέγε με Tetsuya Shibata), στην αρχή μας κατατρόμαξε. 36 διαφορετικά κομμάτια τους εντοπίζονται στο τίτλο, συνολικής διάρκειας μίας ώρας και 44άρων λεπτών. Σαφέστατα έχουμε να κάνουμε με μία ακόμα στροφή για το ιστορικό franchise, εδώ όμως ο κακός λόγος οφείλει να απουσιάζει δικαιωματικά. Κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει την ποιότητα της δουλειάς που έχει γίνει από το Ολλανδικό τρίο παραγωγών, μιας και κάθε ένα από τα ορχηστρικά κομμάτια τους δένει άψογα με την ατμόσφαιρα και το ύφος του τίτλου. Από το άκρως δυνατό “Hunter Theme” μέχρι το απολαυστικά μελωδικό “Kat's Theme”, το OST του DmC σφύζει ποικιλίας και άψογων συνθέσεων, κερασάκι στη τούρτα στη δυνατή ερμηνεία του Tim Phillipps ως Dante - στο πρόσωπο του μάλιστα βασίστηκε και η νέα φυσιογνωμία του Dante.
Το DmC είναι αδιαμφισβήτητα ένας ποιοτικότατος τίτλος, ψηλά στη λίστα με τα καλύτερα hack and slash της γενιάς μας. “Σαν Devil May Cry όμως είναι κακό”, θα ισχυριστεί κάποιος. Δε θα υποστηρίξουμε το αντίθετο, μιας και σαν ισχυρισμός ίσως φέρει μερικώς βάση. Αντίθετα, θα υποστηρίξουμε το εξής. Ακόμα κι αν στα μάτια του αναγνώστη αυτού που φέρει την παραπάνω άποψη το παιχνίδι μοιάζει κακό σαν DMC τίτλος, αυτό δε του στερεί την ικανότητα να απολαύσει έναν από τους πιο δυνατούς και άκρως διασκεδαστικούς τίτλους του νέου έτους.
Stand alone τίτλος ή Devil May Cry, το παιχνίδι δεν παύει να είναι εξαίσια διασκεδαστικό, με ολοκληρωτική απουσία glitches στο gameplay, κι ένα εντυπωσιακό οπτικοακουστικό σύνολο να το υποστηρίζει. Τη στιγμή λοιπόν που εσείς θα μαλώνετε σχετικά με το αν του αρμόζει ο χαρακτηρισμός “Devil May Cry”, εμείς θα επιστρέφουμε για ένα δεύτερο playthrough στο Son of Sparda difficulty. Και μετά στο Dante Must Die. Και μετά στο Hell And Hell.
Καθώς trailers έκαναν την εμφάνιση τους, οι φωνές ξεκίνησαν να μετατρέπονται σε μουρμούρα. Όταν τα πρώτα δείγματα gameplay έγιναν διαθέσιμα, η μουρμούρα μετατράπηκε σε δειλό ενθουσιασμό. Σιγά σιγά οι ξεροκέφαλοι φίλοι του παλιού Dante σταμάτησαν το σκύλιασμα τους και για πρώτη φορά άκουσαν και είδαν αυτά που η Ninja Theory είχε να τους πει και να δείξει. Ακόμα και σήμερα, θα βρεθεί αυτός που θα πει πως το DmC: Devil May Cry δεν είναι τίποτα παραπάνω από μία ξεδιάντροπη χρήση του ονόματος της σειράς, πάντα στο βωμό των πωλήσεων. Αν και κανείς δε του στερεί το δικαίωμα να πει κάτι τέτοιο, η άποψη του θα είναι απόλυτα και ακραία λανθασμένη. Κι αυτό γιατί ο νέος Dante είναι ένας καλύτερος Dante. Ω ναι, τολμήσαμε να το ξεστομίσουμε. Το γελοίο της υπόθεσης είναι ότι εμείς το λέγαμε από το πρώτο ακόμα teaser trailer, αλλά κανείς δεν άκουγε. Τώρα που το review είναι εδώ, καθίστε αναπαυτικά, και ανακαλύψτε τους λόγους για τους οποίους το νέο DmC είναι άξιος διάδοχος και συνεχιστής της λατρεμένης αυτής σειράς. Η Ninja Theory δεν ανέλαβε μόνο να αλλάξει την όψη του Dante, αλλά να επαναπροσδιορίσει το όλο σύμπαν του Devil May Cry, να παρουσιάσει διαφορετικά γεγονότα και καταστάσεις. Πράγμα ευχάριστο, αφού όχι μόνο έφερε νέα πνοή σε μία ήδη γνωστή ιστορία, αλλά το έκανε με τρόπο κινηματογραφικό, όπως μόνο το studio από το Cambridge ξέρει.
Η ανθρωπότητα περνάει την καθημερινότητα της έχοντας δαίμονες να ζουν κάτω από τη μύτη της, μιας και ο κόσμος των θνητών εντοπίζεται στο ίδιο ιδεατό φάσμα με αυτόν των δαιμόνων. Το μόνο που τους χωρίζει είναι ένα λεπτό πέπλο, κάνοντας τους ανθρώπους μη ικανούς να αντιληφθούν το παραμικρό. Όντας ουσιαστικά υπόδουλοι, ζουν την καθημερινότητα τους στην Limbo City καθοδηγούμενοι από τον Mundus και τα υποχείρια του, όπως τον Bob Barbas και το ειδησεογραφικό δίκτυο του Raptor News. Το πιο διάσημο αναψυκτικό στον πλανήτη, το Virility, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα δαιμονικό μίασμα που “λοβοτομεί” το κοινό και το κρατά πειθήνιο. Σας ακούγεται υπερβολικό; Κι όμως, οι ομοιότητες με το δικό μας κόσμο είναι τρομακτικά ρεαλιστικές. Το Raptor News είναι μία ξεκάθαρη “μπηχτή” προς το Fox News, μιας και ο Bob Barbas θα μπορούσε εύκολα να λέγεται Bill O' Reilly, ενώ το ίδιο ισχύει και για το αναψυκτικό Virility, μιας και όπως τοRed Bull, παρουσιάζεται ως αναζωογονητικό, καλό για την υγεία ή ακόμα και τη λίμπιντο, τη στιγμή που δεν είναι τίποτα παραπάνω από τενεκεδένιος θάνατος. Ακόμα και αναφορές στην οικονομία γίνονται, παρουσιάζοντας μία αντίστοιχη με τη δική μας παγκόσμια κατάσταση, μιας εντελώς “φτιαχτής” κρίσης, προερχόμενης από την ανάγκη για υποδούλωση κι έλεγχο. Ίδια φάση με τη δική μας δηλαδή, μόνο που όπου τραπεζίτες βάλτε δαίμονες.
Έχουμε ένα πολύ πιο σύγχρονο storyline με άλλα λόγια, που εστιάζει λιγότερο στην κόλαση αυτή καθαυτή και περισσότερο στην επιρροή αυτής στο δικό μας φάσμα, αυτό των ανθρώπων. Και κάπου εδώ μπαίνει στην ιστορία μας ο Dante, ένας αναίσχυντος πιτσιρικάς που δε θυμάται το παρελθόν του, μιας και οι αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας έχουν διαγραφεί για το δικό του καλό. Τα πράγματα κλιμακώνονται σχετικά γρήγορα, μιας και απ' ότι φαίνεται κάθε δαίμονας έχει στο στόχαστρο του τον γιο του Sparda, τον τελευταίο Nephilim σε ύπαρξη. Nephilim για όσους δεν γνωρίζουν είναι η τρίτη φυλή, το παράγωγο της ένωσης Δαίμονα κι Αγγέλου. Ο φίλος μας ο Dante και ο αδερφός του Virgil είναι απόγονοι του Sparda και της Eva, κάτι που τους κάνει ιδιαίτερα επικινδύνους στα μάτια του Mundus, άρχοντα της πύλης της κολάσεως.
Δε θα μπούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, μιας και δε θέλαμε να σας στερήσουμε τη χαρά του να ανακαλύψετε ορισμένα πράγματα μόνοι σας, οπότε απλά θα αρκεστούμε στο εξής λέγοντας ότι είναι στο χέρι της Kat, μιας μυστηριώδους νεαρής μέντιουμ, που αναλαμβάνει να διαφωτίσει τον Dante σχετικά με το τι συμβαίνει στον κόσμο, να τον φέρει σε επαφή με τον χαμένο αδελφό του Virgil. Με την ανακάλυψη ότι ο Dante περπατά στους δρόμους της Limbo City, κάθε λιτός και δεμένος δαίμονας βάλλεται να τον καταστρέψει. Κάθε μικρό χάος που αφήνει πίσω του ο Dante καθώς πολεμά στην Limbo, μεταφράζεται στον πραγματικό κόσμο σε “τρομοκρατική επίθεση”, σε ένα έξυπνο κουκούλωμα της δραστηριότητας των δαιμόνων από ποιον άλλον, μα φυσικά τον Bob Barbas, δημοσιογράφου πιστού στο έργο του Θεού. Παρόμοια κλιμάκωση συναντάμε και στο gameplay, το οποίο άλλωστε είναι και το ζουμί της υπόθεσης.
Ενώ ξεκινάμε με το πιστό Rebellion και τα Ebony και Ivory ανά χείρας, συνεχώς ερχόμαστε σε επαφή με νέο, όλο και πιο ισχυρό οπλισμό, έτσι ώστε το σύστημα μάχης να παραμένει μεταβαλλόμενο και συνεχώς εξελισσόμενο. Κάθε όπλο έχει το δικό του πλήκτρο, με τα μεταγενέστερα να απαιτούν τη χρήση της δεξιάς και αριστερής σκανδάλης για να μπουν σε εφαρμογή. Ακούγεται απλό, και στην ουσία είναι. Μέσα σε λίγα λεπτά μπορεί κάποιος να έχει καταλάβει τα βασικά του συστήματος, δίχως να σημαίνει αυτό πως μπορεί να το καβαλήσει κιόλας. Τα δημιουργικά combos απαιτούν και δημιουργική σκέψη -πέρα από γρήγορα αντανακλαστικά-, μιας και το σύστημα μάχης είναι τόσο προσβάσιμο όσο και απαιτητικό. Η δυσκολία (τουλάχιστον μέχρι το Nephilim/Hard) σε καμία περίπτωση δεν αγγίζει τα επίπεδα των τίτλων του PlayStation 2, μα αυτό όλως περιέργως δεν αποτελεί μειονέκτημα. Κάνοντας το gameplay πιο οργανικό μειώθηκε μεν η δυσκολία παντρέματος πολλαπλών combos, αλλά αυξήθηκε κατά κόρον το παράγωγο της διασκέδασης. Θα τολμήσουμε να πούμε πως το DmC βρίσκεται εκεί ψηλά, ένα σκαλί πιο κάτω από το Bayonetta, όσον αφορά την παρεχόμενη διασκέδαση κατά τις μάχες. Εκεί βέβαια είχαμε να κάνουμε με ένα αρκετά πιο πολύπλοκο σύστημα, αλλά τα επίπεδα ευχαρίστησης που παρείχε ήταν ανεπανάληπτα. Ειδικά από το σημείο που ο Dante αποκτά ένα αρκετά εκτενές οπλοστάσιο κι έπειτα, τα πράγματα αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού είναι στην κρίση του παίκτη πλέον το πως θα συνδυάσει τα όπλα του για να επιβιώσει τις ποικίλες προκλήσεις που συναντά.
Προσωπικά αγαπημένα το Rebellion (προφανώς), τα σβέλτα Aquila (αγγελικό ζευγάρι τριπλών λεπίδων), καθώς και οι δαιμονικές γροθιές Eryx, που θυμίζουν ελάχιστα το Devil Bringer του Nero. Το να φτάσει κανείς τον SSS (Sensational) βαθμό δεν είναι ούτε εύκολο αλλά ούτε και τρομερά δύσκολο. Απαιτεί καθαρά έξυπνο συνδυασμό του οπλοστασίου, ροή στη μάχη ώστε να μη διακόπτονται τα combos, και το κυριότερο, μηδενική επαφή με τις λεπίδες των εχθρών. Πέρα από το παραδοσιακό roll αποφυγής, ο Dante έχει την ικανότητα να πραγματοποιεί δαιμονικά και αγγελικά evades, αποφεύγοντας έτσι τα χτυπήματα τη τελευταία δυνατή στιγμή. Αυτό του κερδίζει επιπλέον πόντους και φυσικά μεγαλύτερο περιθώριο αντεπίθεσης. Η αγγελική και η δαιμονική πλευρά του Dante παίζουν κυρίαρχο ρόλο σε όλο το παιχνίδι, από το σύστημα μάχης που προαναφέρθηκε, μιας και τα όπλα χωρίζονται σε αγγελικά και δαιμονικά, μέχρι και το platforming στοιχείο. Μέσω του Ophion, ο Dante μπορεί να φτάσει σημεία που ειδάλλως θα ήταν μη προσβάσιμα. Στην αγγελική του μορφή αποτελεί ένα τύπο λάσου, που δίνει στον ήρωα μας την ικανότητα να καλύπτει τεράστια κενά από πλατφόρμα σε πλατφόρμα. Στη δαιμονική εκδοχή του πάλι, χρησιμοποιείται ως άγκιστρο, ικανό να μετακινήσει πλατφόρμες. Μεγάλο διάκενο μεταξύ δύο κτηρίων. Κανένα πρόβλημα. Ξεριζώστε ένα γειτονικό μπαλκόνι και είστε έτοιμοι.
Να αναφέρουμε εδώ πως οι γρίφοι έχουν δώσει σχεδόν ολοκληρωτικά τη θέση τους στα platforming τμήματα, τεστάροντας έτσι περισσότερο τα γρήγορα αντανακλαστικά του παίκτη παρά τη νοημοσύνη του. Μονάχα στο τέλος θα συναντήσουμε έναν απλούστατο γρίφο, που δε θέλει παραπάνω από ορισμένα δευτερόλεπτα για να κατανοήσουμε. Σε ορισμένους θα ακουστεί ως τεράστιο μειονέκτημα αυτό, και ίσως είναι. Από την άλλη, με αυτό το τρόπο το παιχνίδι διατηρεί το ρυθμό του αμείωτο, από την πρώτη αποστολή μέχρι και την 20ή, δίχως να κουράζει ούτε για δευτερόλεπτο. Μοναδικό πικρό σημείο το γεγονός ότι πολλές φορές το platforming φαντάζει περισσότερο απαιτητικό απ' ότι είναι. Μας δόθηκε η εντύπωση ότι η Ninja Theory συγκρατήθηκε στη δυσκολία των τμημάτων αυτών, ώστε να κάνει το τίτλο προσβάσιμο και στους πιο casual παίκτες.
Εκεί που δε συγκρατήθηκε ούτε κατά διάνοια όμως, είναι στο σχεδιασμό του περιβάλλοντος. Όχι μόνο από καλλιτεχνικής άποψης, μιας και ούτως ή άλλως αυτή είναι εξαίσια, αλλά από διαδραστικής. Πατώντας στο ίδιο έδαφος με το Limbo, η πόλη αποτελεί έναν συνεχώς μεταβαλλόμενο εχθρό, συνεχώς προσπαθώντας να βάλει τέλος στη ζωή του Dante. Τοίχοισυγκλίνουν, κτήρια και δίοδοι καταστρέφονται, ακόμα και το πάτωμα μπορεί να μας προδώσει κατά καιρούς. Ενώ θα μπορούσε να είχε λειτουργήσει καταστροφικά για το τίτλο, εδώ συμβαίνει το άκρως αντίθετο, αφού παύουμε να αντιμετωπίζουμε τον κόσμο γύρω από τον Dante ως ένα απλό στολίδι της Unreal Engine. Και τι στολίδι... Οι αρτιστικές διαθέσεις της Ninja Theory είναι γνωστές σε όσους έχουν παίξει έστω και για λίγο τα Heavenly Sword και Enslaved. Σε έναν παράδοξο γάμο, οι διαθέσεις αυτές έρχονται και δένουν άψογα με το δαιμονικό στοιχείο του Devil May Cry, από το σχεδιασμό των χαρακτήρων (συμπεριλαμβανομένων των εχθρών) μέχρι το ύφος της πόλης και το προαύλιο της κολάσεως. Η χιλιοχρησιμοποιημένη Unreal Engine μετατρέπεται σε ένα δυνατό χαρτί στα χέρια του βρετανικού studio, που μας είχε δείξει τι μπορεί να κάνει με τη συγκεκριμένη μηχανή από το Enslaved ακόμα. Εδώ οι τόνοι είναι εμφανώς σκοτεινότεροι μεν, εξίσου δελεαστικοί στο μάτι δε.
Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για τη μουσική ενορχήστρωση, την οποία υπογράφουν οι Noisia. Δε σας κρύβουμε πως η απόφαση του να μην δοθεί η ευθύνη του soundtrack σε κάποιον με εμπειρία πάνω στη σειρά (λέγε με Tetsuya Shibata), στην αρχή μας κατατρόμαξε. 36 διαφορετικά κομμάτια τους εντοπίζονται στο τίτλο, συνολικής διάρκειας μίας ώρας και 44άρων λεπτών. Σαφέστατα έχουμε να κάνουμε με μία ακόμα στροφή για το ιστορικό franchise, εδώ όμως ο κακός λόγος οφείλει να απουσιάζει δικαιωματικά. Κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει την ποιότητα της δουλειάς που έχει γίνει από το Ολλανδικό τρίο παραγωγών, μιας και κάθε ένα από τα ορχηστρικά κομμάτια τους δένει άψογα με την ατμόσφαιρα και το ύφος του τίτλου. Από το άκρως δυνατό “Hunter Theme” μέχρι το απολαυστικά μελωδικό “Kat's Theme”, το OST του DmC σφύζει ποικιλίας και άψογων συνθέσεων, κερασάκι στη τούρτα στη δυνατή ερμηνεία του Tim Phillipps ως Dante - στο πρόσωπο του μάλιστα βασίστηκε και η νέα φυσιογνωμία του Dante.
Το DmC είναι αδιαμφισβήτητα ένας ποιοτικότατος τίτλος, ψηλά στη λίστα με τα καλύτερα hack and slash της γενιάς μας. “Σαν Devil May Cry όμως είναι κακό”, θα ισχυριστεί κάποιος. Δε θα υποστηρίξουμε το αντίθετο, μιας και σαν ισχυρισμός ίσως φέρει μερικώς βάση. Αντίθετα, θα υποστηρίξουμε το εξής. Ακόμα κι αν στα μάτια του αναγνώστη αυτού που φέρει την παραπάνω άποψη το παιχνίδι μοιάζει κακό σαν DMC τίτλος, αυτό δε του στερεί την ικανότητα να απολαύσει έναν από τους πιο δυνατούς και άκρως διασκεδαστικούς τίτλους του νέου έτους.
Stand alone τίτλος ή Devil May Cry, το παιχνίδι δεν παύει να είναι εξαίσια διασκεδαστικό, με ολοκληρωτική απουσία glitches στο gameplay, κι ένα εντυπωσιακό οπτικοακουστικό σύνολο να το υποστηρίζει. Τη στιγμή λοιπόν που εσείς θα μαλώνετε σχετικά με το αν του αρμόζει ο χαρακτηρισμός “Devil May Cry”, εμείς θα επιστρέφουμε για ένα δεύτερο playthrough στο Son of Sparda difficulty. Και μετά στο Dante Must Die. Και μετά στο Hell And Hell.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου